Άσπρη είναι
Άσπρη είναι η αρία φυλή
η σιωπή
τα λευκά κελιά
το ψύχος
το χιόνι
οι άσπρες μπλούζες των γιατρών
τα νεκροσέντονα
η ηρωίνη.
Αυτά λίγο πρόχειρα
για την αποκατάσταση του μαύρου.
Εμένα οι φίλοι μου
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια, Πατήσια, Μεταξουργείο, Μετς
Κάνουν ό,τι λάχει
Πλασιέ τσελεμεντέδων κι εγκυκλοπαιδειών
Φτιάχνουν δρόμους κι ενώνουν ερήμους
Διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
Επαγγελματίες επαναστάτες
Παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
Τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια, Βικτώρια, Κουκάκι, Γκύζη
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας,
αποφάσεις συνεδρίων,
δανεικά κοστούμια,
σημάδια από κάφτρες
περίεργες ημικρανίες,
απειλητικές σιωπές
κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες
καθυστέρηση
Το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά
Το ασθενοφόρο
Κανείς...
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
Κάνουν ό,τι λάχει
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουν με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
Γράφουν σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στο λαιμό σας, στα χέρια σας
Οι φίλοι μου...
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια, Πατήσια, Μεταξουργείο, Μετς
Κάνουν ό,τι λάχει
Πλασιέ τσελεμεντέδων κι εγκυκλοπαιδειών
Φτιάχνουν δρόμους κι ενώνουν ερήμους
Διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
Επαγγελματίες επαναστάτες
Παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
Τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια, Βικτώρια, Κουκάκι, Γκύζη
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας,
αποφάσεις συνεδρίων,
δανεικά κοστούμια,
σημάδια από κάφτρες
περίεργες ημικρανίες,
απειλητικές σιωπές
κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες
καθυστέρηση
Το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά
Το ασθενοφόρο
Κανείς...
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
Κάνουν ό,τι λάχει
Όλο ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουν με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
Γράφουν σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλύψιμο κάνει
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στο λαιμό σας, στα χέρια σας
Οι φίλοι μου...
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
Η ζωή είναι σουγιαδιές
Η ζωή μας είναι σουγιαδιές
σε βρώμικα αδιέξοδα
σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα
μπάσσο βεστιάριο
μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά
και χαλασμένα σπέρματα. Ξεσκισμένες αφίσσες.
Πάνω κάτω. Πάνω κάτω, η Πατησίων.
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.
(Το ROL που δε ρυπαίνει τη θάλασσα
κι ο Μητροπάνος μπήκε στη ζωή μας
μας τον έφαγε η Δεξαμενή κι αυτόν
σαν τις ψηλόκωλες.)
Εμείς εκεί.
Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε
την ίδια διαδρομή.
Ξεφτίλα μοναξιά απελπισία. Κι ανάποδα.
Εντάξει. Δεν κλαίμε. Μεγαλώσαμε.
Μονάχα όταν βρέχει
βυζαίνουμε κρυφά το δάχτυλό μας. Και καπνίζουμε.
Η ζωή μας είναι
άσκοπα λαχανητά
σε κανονισμένες απεργίες
ρουφιάνους και περιπολικά.
Γι’ αυτό σου λέω.
Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε
να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε.
Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε.
Μη. Βρέχει. Δόσμου τσιγάρο.
σε βρώμικα αδιέξοδα
σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα
μπάσσο βεστιάριο
μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά
και χαλασμένα σπέρματα. Ξεσκισμένες αφίσσες.
Πάνω κάτω. Πάνω κάτω, η Πατησίων.
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.
(Το ROL που δε ρυπαίνει τη θάλασσα
κι ο Μητροπάνος μπήκε στη ζωή μας
μας τον έφαγε η Δεξαμενή κι αυτόν
σαν τις ψηλόκωλες.)
Εμείς εκεί.
Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε
την ίδια διαδρομή.
Ξεφτίλα μοναξιά απελπισία. Κι ανάποδα.
Εντάξει. Δεν κλαίμε. Μεγαλώσαμε.
Μονάχα όταν βρέχει
βυζαίνουμε κρυφά το δάχτυλό μας. Και καπνίζουμε.
Η ζωή μας είναι
άσκοπα λαχανητά
σε κανονισμένες απεργίες
ρουφιάνους και περιπολικά.
Γι’ αυτό σου λέω.
Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε
να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε.
Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε.
Μη. Βρέχει. Δόσμου τσιγάρο.
Σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι
Σε ενοχοποιούν
όχι τόσο οι πράξεις σου
σε ενοχοποιούν οι σκέψεις
οι σχέσεις σου
κάτι χαμόγελα που έσβησες
κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς
σχεδόν ηλιοβασίλεμα.
Σε ενοχοποιεί η αθωότητά σου
και αυτά που της χρωστάς.
Κάτι λάθη
και κάτι πάθη.
Και έτσι είσαι ζωγραφισμένος
σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει
δε μιλάει
ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη.
Εσύ Τζιμάκο, πήγες
θα’ φαγες ραδίκια
αλλά τώρα κανείς σας δεν είναι…
Κόμπος πατέρα…
Κι εγώ βρούβες και βρούβες και βρούβες.
Και πάλι μάσησα
πως έχω εσάς
να μην κλαίω – και ούτε ΑΝΑ-σφάλειες.
Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.
Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;
Καμιά φορά
Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει νά `χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι (μου) με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος,
το νου σου ε;
όχι τόσο οι πράξεις σου
σε ενοχοποιούν οι σκέψεις
οι σχέσεις σου
κάτι χαμόγελα που έσβησες
κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς
σχεδόν ηλιοβασίλεμα.
Σε ενοχοποιεί η αθωότητά σου
και αυτά που της χρωστάς.
Κάτι λάθη
και κάτι πάθη.
Και έτσι είσαι ζωγραφισμένος
σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει
δε μιλάει
ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη.
Εσύ Τζιμάκο, πήγες
θα’ φαγες ραδίκια
αλλά τώρα κανείς σας δεν είναι…
Κόμπος πατέρα…
Κι εγώ βρούβες και βρούβες και βρούβες.
Και πάλι μάσησα
πως έχω εσάς
να μην κλαίω – και ούτε ΑΝΑ-σφάλειες.
Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.
Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;
Καμιά φορά
Καμιά φορά ανοίγει η πόρτα σίγα σιγά και μπαίνεις.
Φοράς άσπρο κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου
72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που μ’ άφησες
για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει νά `χει περάσει πολύς καιρός
γιατί τα νύχια μου μακρύνανε
κι οι φίλοι (μου) με φοβούνται.
Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου
κι όταν ακούω "Κατερίνα" τρομάζω.
Νομίζω πως πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον
που λέγανε πως είσαι συ.
Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε πως σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος,
το νου σου ε;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου