Η απόδραση του Ζαχαριάδη
Το 1929, ο Ζαχαριάδης, ηγετικό τότε στέλεχος της Κομμουνιστικής Νεολαίας, ήταν προφυλακισμένος στις φυλακές της Παλιάς Στρατώνας, το γνωστό Τμήμα Μεταγωγών στην Πλάκα. Είχε πιαστεί ως ύποπτος για το φόνο του αρχειομαρξιστή Γεωργοπαπαδάτου, που ποτέ κανένας δεν έμαθε τελικά αν τον σκότωσε ο Ζαχαριάδης ή κάποιος άλλος. Οι αρχειομαρξιστές υποστηρίζανε ότι φονιάς του Γεωργοπαπαδάτου ήταν ο Ζαχαριάδης, ενώ το Κόμμα τους κατηγορούσε για «αισχρή και σκηνοθετημένη συκοφαντία». Η δίκη είχε οριστεί να γίνει στον Πειραιά και οι κίνδυνοι για μια βαριά καταδίκη του Ζαχαριάδη ήταν φανεροί.
Τότε ακριβώς κλήθηκε ο Θανάσης Κλάρας, ο κατοπινός Άρης Βελουχιώτης, από τα νέα δυναμικά στελέχη του Κόμματος, να οργανώσει την απόδραση του Ζαχαριάδη.
Ο Θανάσης Κλάρας, πριν ακόμα γίνει κομματικό μέλος, είχε αναλάβει διάφορες κομματικές αποστολές εμπιστευτικού χαρακτήρα και τις είχε διεκπεραιώσει με επιτυχία. Με τη δράση του αυτή είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόμματος και μέσα στις διάφορες και επικίνδυνες αποστολές που του ανάθεταν τα κομματικά όργανα ήταν και η οργάνωση απόδρασης κομμουνιστών από τις φυλακές και τα νησιά εξορίας.
Στο ενεργητικό του Θανάση Κλάρα είναι εκτός από την απόδραση του Ζαχαριάδη και οι τολμηρές αποδράσεις από τις φυλακές Συγγρού το 1931 και της Αίγινας το 1934.
Για την απόδραση του Ζαχαριάδη, ο Κλάρας έκανε ένα πολύ τολμηρό σχέδιο. Για τη δουλειά αυτή χρησιμοποίησε ακόμα ένα σύντροφο του.
Με το φυλακισμένο Ζαχαριάδη ο Θανάσης συνδέθηκε και κρατούσε συνεχή επαφή μαζί του. Πήγαινε συχνά στο επισκεπτήριο και μάθαινε ό,τι ενδιέφερε σχετικά με την πορεία της υπόθεσης για την οποία ο Ζαχαριάδης ήταν υπόδικος. Έτσι έμαθε όσα του χρειάζονταν και προπαντός για τη μέρα που θα γινόταν η μεταφορά του κρατουμένου στο δικαστήριο του Πειραιά για να δικαστεί. Έμαθε ακόμα και το δρομολόγιο που θ” ακολουθούσε με τη συνοδεία του.
Υπόδειξε στο Ζαχαριάδη ορισμένους τρόπους για να τροποποιήσει το δρομολόγιο του κατά τη μετάβασή του προς το δικαστήριο, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η πραγματοποίηση του σχεδίου που είχε καταστρώσει ο Κλάρας για την επιτυχία της απόδρασης, και ταυτόχρονα του εξασφάλισε και τα μέσα για να δραπετεύσει στην κατάλληλη ευκαιρία που ο ίδιος ο Θανάσης προετοίμασε με σχολαστικότητα.
Για να διευκολυνθεί στις κινήσεις του και στις ενέργειές του, για ευκολότερη επαφή με τους ανθρώπους που του χρειάζονταν για να πετύχει η δουλειά του, ο Κλάρας αναγκάστηκε να μεταμφιεστεί» αλλάζοντας το ντύσιμο του, φόρεσε καβουράκι και γυαλιά του ήλιου, μαύρα, φρεσκοσιδερώθηκε και έτσι με περισσότερη σιγουριά προετοίμαζε την απόδραση του μέλλοντος αγαπημένου του αρχηγού.
Έτσι έφτασε η μέρα που θα “πρεπε να γίνει η απόδραση. Τις τελευταίες προετοιμασίες του τις έκανε μαζί με το σύντροφό του, στο σπίτι που τότε μένανε, στους Αμπελόκηπους.
Έστειλε τον αδερφό του τον Μπάμπη στο επισκεπτήριο, είδε τον Ζαχαριάδη και του έδωσε ένα πακέτο τσιγάρα «Εγκώ» που την εποχή εκείνη, ήταν τσιγάρα πολυτελείας.
Είπε στον Ζαχαριάδη να ενεργήσει σύμφωνα με όσα του είχε πει ο Θανάσης.
Την ημέρα που πήγαιναν τον υπόδικο στο δικαστήριο, σύμφωνα με το σχέδιο του Κλάρα, ο Ζαχαριάδης κατάφερε να παρασύρει τον συνοδό του υπενωματάρχη μέχρι την Καστέλλα, για να «τσιμπήσουν» κάτι και να «πάρει κι αυτός λίγο αέρα». Στην επιστροφή με τον ηλεκτρικό, ο Ζαχαριάδης πέτυχε στο Μοναστηράκι να πηδήσει έγκαιρα από το βαγόνι και να το σκάσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σ” όλο το διάστημα της ημέρας που ο Ζαχαριάδης με τον αστυνομικό που τον συνόδευε κινούνταν από τη φυλακή προς το δικαστήριο, ο Κλάρας και ο σύντροφος του τον παρακολουθούσαν από κοντά, με σκοπό να επέμβουν σε περίπτωση που η επέμβασή τους θα ήταν αναγκαία.
Ο Ζαχαριάδης μόλις βγήκε από τον ηλεκτρικό και συνάντησε τον Θανάση του είπε: «Μιζέρια μου, αυτό σ” όλη μου τη ζωή δε θα το ξεχάσω».
Να θυμήθηκε άραγε ο Ζαχαριάδης αυτά τα λόγια του, τη στιγμή που μια αδυσώπητη πολιτική σκοπιμότητα τον υποχρέωνε, 17 χρόνια αργότερα, να δώσει τη χαριστική βολή με τη δημόσια αποκήρυξη που έκανε στον Άρη Βελουχιώτη, για να γίνει ο ηθικός αυτουργός του άδικου και τραγικού χαμού, του παλιού και μέχρι αυτοθυσίας αφοσιωμένου συντρόφου του;
Πού να φανταζόταν, αλήθεια, τότε ο Ζαχαριάδης που βρισκόταν στο ζενίθ της κομματικής του δόξας, ότι και ο ίδιος, 28 χρόνια αργότερα από το θάνατο του Άρη, θα πέθαινε μακριά από την Ελλάδα, τους συντρόφους του και το κόμμα στο οποίο αφιέρωσε τη ζωή του -άσχετα με τα προσωπικά λάθη και τις ευθύνες του- στα βάθη της σοβιετικής γης, όπου τον κράτησε απομονωμένο 16 ολόκληρα χρόνια κι αυτόν κάποια πολιτική σκοπιμότητα, που εξυπηρετούσε εξωελληνικά κομματικά συμφέροντα.
Πρέπει πάντως στο σημείο αυτό να παραθέσουμε μια αρκετά διαφορετική εκδοχή της απόδρασης του Ζαχαριάδη που την αφηγείται ο Μπάμπης Κλάρας στο βιβλίο του «Ο αδερφός μου ο Άρης», Εκδόσεις Δωρικός, 1983, σελ. 98-100. Ανεξάρτητα, ωστόσο, από τις διαφορές που υπάρχουν στις αφηγήσεις για τον τρόπο απόδρασης του Ζαχαριάδη, εκείνο που έχει την ειδική σημασία είναι ότι χωρίς την επιτυχή οργάνωση της απόδρασης από το Θανάση Κλάρα, δεν ξέρουμε ποια θα ήταν η τύχη του Ζαχαριάδη. Ο Μπάμπης Κλάρας γράφει:
Ο Ζαχαριάδης, ηγετικό στέλεχος τότε της Κομμουνιστικής Νεολαίας είχε κατηγορηθεί για το φόνο του αρχειομαρξιστή Γεωργοπαπαδάτου και κάπου τότε αρχές του 1929, είχε προφυλακιστεί στην Παλιά Στρατώνα, τη γνωστή παλιά φυλακή στην οδό Νικοδήμου της Πλάκας, που χρησίμευε και ως Τμήμα Μεταγωγών. Αλήθεια-ψέματα ότι αυτός τον σκότωσε κανείς δεν το “μαθε ποτέ. Το Κόμμα και η Νεολαία απορρίπτανε την κατηγορία, οι αρχειομαρξιστές την υποστηρίζανε. Η δίκη του ορίστηκε να γίνει στον Πειραιά. Τότε μπήκε στη μέση ο Θανάσης κι ανάλαβε να τον αρπάξει μέσ” απ” τα χέρια των χωροφυλάκων. Πετύχαινε δεν πετύχαινε, κανείς δεν μπορούσε από πριν να το ξέρει. Πώς θα ενεργούσε σε κανέναν δεν το “χε πει. Έστειλε μόνο μια μέρα τον Μπάμπη να επισκεφτεί τον Ζαχαριάδη και να του πάει μερικά κουτιά τσιγάρα.
- Σου τα στέλνει ο Θανάσης, του είπε, είμαι αδερφός του, και να κάνεις όπως έχετε συνεννοηθεί, πρόσθεσε.
- Καλά, πες του, και χαιρετίσματα…
Το σχέδιο του Θανάση ήτανε να δραπετεύσει ο Ζαχαριάδης «ομαλά», κανονικά, σαν καλός κύριος, που άδικα κατηγορείται, χωρίς φασαρίες, για να μπορέσει κι ευκολότερα να κρυφτεί και να φυγαδευτεί. Όπως μαθεύτηκε αργότερα, στην απάνω σειρά απ” τα τσιγάρα ενός πακέτου είχε βάλει κάποιο φάρμακο, που έφερνε ύπνο κι είχε αφήσει καθαρή την κάτω σειρά. Η μεταγωγή θα γινότανε με τον Ηλεκτρικό. Ο Ζαχαριάδης θ” άφηνε να ξεκινήσει πρώτα το τραίνο για να μη φοβηθεί καμιά δραπέτευση ο χωροφύλακας που θα τον συνόδευε κι ύστερα θα, τον παρακαλούσε να του βγάλει για λίγο τις χειροπέδες να καπνίσουν ένα τσιγαράκι. Θα πρόσφερε και στον συνοδό του για να πάρει έναν υπνάκο και να το σκάσει. Αν έπιανε το «κόλπο», όλα θα πήγαιναν όμορφα κι ωραία. Διαφορετικά ο Θανάσης, που θα τους ακολουθούσε μέσα στο τραίνο, θα επιχειρούσε έναν ψευτοκαυγά με τον «φονιά» όταν θα πλησιάζανε στη στάση της Καλλιθέας, θα τον «πετούσε» έξω από την πόρτα και θα “βγαινε κι αυτός «καυγαδίζοντας» μαζί του, ενώ θα ξεκινούσε το τραίνο και θα έμενε μέσα ο χωροφύλακας. Δύσκολα, βέβαια, όλα αυτά αλλά θα τ” αποτολμούσαν, το “λεγε, και των δύο η καρδιά τους.
Ευτυχώς γι” αυτούς, όλα πήγαν καλά. Πονετικός κι ανυποψίαστος ο χωροφύλακας μια που έτρεχε το τραίνο, έβγαλε τις χειροπέδες από τον Ζαχαριάδη, πήρε και το τσιγαράκι που του πρόσφερε, πήρε κι εκείνος με τρόπο από τη δεύτερη σειρά του πακέτου, τ” ανάψανε με την ησυχία τους και οι δυο, και σε λίγο ο χωροφύλακας έπαιρνε έναν ωραίο υπνάκο, και δώθε παν οι φίλοι σαν καλοί κύριοι.
Πάταγο έκανε κείνο τον καιρό η δραπέτευση. Ο Θανάσης ξαναγύρισε στην κανονική του δουλειά του εργάτη που πάλευε για το μεροκάματο κι όλο «γκρίνιαζε» για την ανέχεια και την αθλιότητα των εργαζομένων, για τη μιζέρια όλης της αστικής κοινωνίας.
- Μας έφαγες μ” αυτή τη μιζέρια σου, του “πε μια μέρα ένας ανίδεος εργάτης που δουλεύανε μαζί.
- Τι να γίνει, του λέει, έτσι μιζέριας είμαι εγώ, δε σ” αρέσει; Αν ήμασταν και καλύτερα, θα μιλούσα κι εγώ καλύτερα…
Το βραδάκι είπε στα συντρόφια του με κάποιο ανεκδοτολογικό χιούμορ για να ξεδώσουν λιγάκι, το περιστατικό. Και σε λίγο καπνίζοντας το τσιγαράκι του με σκέψη, πρόσθεσε:
- Μιζέριας! Δεν είναι κι άσχημο για παρανόμι. Μπορεί να μας ελεεινολογούν μ” αυτό, αλλά δε θα μας δίνουν και μεγάλη σημασία. Τι σημασία να δώσει κανένας σ” έναν μιζέρια, όνομα και πράμα. Κι όσο λιγότερη σημασία, τόσο και το καλύτερο για τη δουλειά του Κόμματος, εννοώντας την ιδιαίτερη κομματική του δουλειά.
Έτσι καθιερώθηκε ως κομματικό του ψευδώνυμο το Μιζέριας, και σε πολλά κομματικά χαρτιά υπόγραφε ως Α. Μιζέριας. Αυτός ο Μιζέριας ήταν που άρπαξε τον Ζαχαριάδη απ” τα χέρια της Ασφάλειας κι έμεινε γι” αρκετό διάστημα ως Μιζέριας στα κομματικά χρονικά. Χάρη σ” αυτόν τον Μιζέρια που τόσο ασύστολα τον ελεεινολόγησε αργότερα ο Ζαχαριάδης γλίτωσε τη σίγουρη καταδίκη του για φόνο, κρύφτηκε για ένα διάστημα στην Αθήνα, φυγαδεύτηκε στο εξωτερικό, και, σπουδαγμένος πλέον στη Σοβιετική Ένωση, στάλθηκε το 1931 από την Κομμουνιστική Διεθνή, να περισώσει το Κομμουνιστικό Κόμμα από μια «φραξιονιστική πάλη άνευ αρχών» -όπως χαρακτηρίστηκε- που αφάνιζε τότε το Κόμμα. Με την εξαφάνισή του απ” την Ελλάδα, σκεπάσθηκε και η υπόθεση Γεωργοπαπαδάτου κι έπαψε να γίνεται λόγος για το φόνο αυτού του αρχειομαρξιστή.