Ήταν στην Ισπανία στις 18 Ιουλίου του 1936, όταν ακούστηκαν στα ερτζιανά δυο λέξεις
που θα γινόταν σύνθημα σε όλες τις εποχές και για όλους τους επαναστάτες,τους ασυμβίβαστους κι αγωνιζόμενους για τα δικαιώματα των ταπεινών και καταπιεσμένων όπου γης. “No pasaran”.
Kαι η φωνή που κραύγασε αυτές τις λέξεις ανηκε σε μια γυναίκα, που το όνομά της έγινε θρύλος και συνώνυμο της αντίστασης κατά του φασισμού, της πάλης για την αλλαγή του κόσμου. Ήταν η Πασιονάρια, που καλούσε τις γυναίκες της πατρίδας της να πολεμήσουν τους φασίστες με μαχαίρια και καυτό λάδι, που με λόγους φλογερούς ξεσήκωνε τους Ισπανούς για “να πεθάνουν όρθιοι παρά να ζήσουν γονατιστοί”.
Η Ισιντόρα Ντολόρες Ιμπαρούρι Γκόμεζ, γνωστή ως ΠΑΣΙΟΝΑΡΙΑ, γεννιέται στις 9 Δεκεμβρίου 1895 ως το όγδοο από τα έντεκα παιδιά μιας φτωχής οικογένειας βάσκων ανθρακωρύχων. Το πενιχρό εισόδημα της φαμίλιας που ζούσε στην Γκαγιάρτα άφησε το στίγμα της στην ανάπτυξη των παιδιών, έτσι καχεκτικά καθώς ήταν όλα τους, την ίδια ώρα που οι θεοσεβούμενοι γονείς μεγάλωναν τα παιδιά τους με αυστηρό καθολικό τρόπο.
Υπήρξε άριστη μαθήτρια και λαχταρούσε να γίνει δασκάλα. Όνειρο που έμεινε μόνο όνειρο. Η φτώχεια και η ανάγκη να βοηθήσει την οικογένειά της την έκανε να αφήσει το σχολείο και να γίνει μοδίστρα, μαγείρισσα και ύστερα γυναίκα κι αυτή φτωχού ανθρακωρύχου αλλά και συνδικαλιστή του Julian Ruiz,ο οποίος και θα την εισάγει στα αριστερά ιδεώδη, με έξι παιδιά, από τα οποία της έζησαν από τις κακουχίες μόνο δύο.
“Στην εποχή μου οι γυναίκες ήταν οικιακοί σκλάβοι χωρίς δικαιώματα. Και η λέξη γάμος σήμανε ράψιμο, εγκυμοσύνες και κλάματα. Κλάματα, πολλά κλάματα για την κακή μας μοίρα, για την παντελή έλλειψη δύναμης, για τα αθώα μας παιδιά, στα οποία έπρεπε να προσφέρουμε φροντίδες βουτηγμένες στα δάκρυα. Κλάματα για τη γεμάτη πόνο ζωή μας, μια ζωή χωρίς προοπτικές γεμάτη αδιέξοδα..” , έγραφε η ίδια στην αυτοβιογραφία της. Και αυτά τα αδιέξοδα τα βίωσε η ίδια με το πιο επώδυνο τρόπο.
Όταν ο άνδρας της, δραστήριο μέλος του εργατικού συνδικάτου, φυλακίστηκε για τη δράση του, η Ντολόρες μόνη της πλέον και προσπαθώντας να ζήσει τον εαυτό της και τα παιδιά της γνώρισε την ιδεολογία της τάξης της, μελέτησε τον μαρξισμό,αποκηρύξε τον καθολικισμό και σύντομα εντάχθηκε στο νεοσύστατο Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο εμφανίστηκε επισήμως το 1921.
Το La Pasionaria (Λουλούδι του Πάθους) ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε στα πρώτα της άρθρα στην τοπική εφημερίδα ανθρακωρύχων El Minero Vizcaino. Το όνομα αυτό την ακολουθεί έκτοτε.
Στα χρόνια της δικτατορίας του Primo de Rivera (1923-1930) είναι που αποφάσισε να αφιερωθεί ολόψυχα στην επανάσταση.Διαδιακρίθηκε ως αρθρογράφος και ακτιβίστρια. Κατά τη Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία (1931), μετακόμισε στη Μαδρίτη για να εμπιστευτεί τα συντακτικά της ταλέντα στην επίσημη φωνή του κομμουνιστικού κόμματος, γινόμενη σιγά-σιγά ένα από τα πλέον προβεβλημένα στελέχη του.
Η φήμη της την βάζει γρήγορα στο κυβερνητικό στόχαστρο και θα φυλακιστεί αρκετές φορές αυτή την εποχή (1931-1934), την ίδια ώρα που η αφοσίωση, η αυταπάρνηση και ο ακούραστος αγώνας της υπέρ του κομμουνισμού θα τη μετατρέψουν σε αστέρι της αριστερής ιδεολογίας: το 1930 έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και δύο χρόνια αργότερα ανέλαβε ακόμα πιο ενεργό ρόλο, ως υπεύθυνη των γυναικείων ζητημάτων. Από την επόμενη χρονιά μάλιστα θα ήταν η εκπρόσωπος του κόμματος τόσο στη Σοσιαλιστική Διεθνή όσο και στις «κόκκινες» διεργασίες της Μόσχας.
Μιλάει στις γυναίκες,ενώνοντας τη φωνή και τη δράση της κατά της φτώχειας που μάστιζε τον γενικό πληθυσμό.Οι πολιτικές «κόκκινου» ανοίγματος στην κοινωνία που εγκαινίασε αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως δημοφιλείς,με νέες συμμαχίες να σκαρώνονται, κάτι που εκτόξευσε τον αντιφασιστικό αγώνα μέσα στην κοινωνία. Κι έτσι στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου 1936, η Ιμπαρούρι ήταν μία από τους 17 κομμουνιστές που εκλέχθηκαν στο ισπανικό Κοινοβούλιο.Είχε εξάλλου εργαστεί πυρετωδώς για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και υγειονομικής περίθαλψης των ισπανών εργατών, κάτι που της το αναγνώρισε ο λαός με την ψήφο του.
Το ξέσπασμα του φονικού εμφυλίου πολέμου έφερε στη Λα Πασιονάρια νέους ρόλους, μετατρέποντάς τη στη σπουδαιότερη φωνή των Δημοκρατικών.Μετά το ιουλιανό πραξικόπημα, η Ντολόρες έγινε η εθνική ραδιοφωνική φωνή της αντίστασης, με το περίφημο «No Ρasaran» της να αντηχεί στα πέρατα της Ισπανίας. Η Ιμπαρούρι καλεί ταυτοχρόνως τις Ισπανίδες να πολεμήσουν με μαχαίρια και καυτό λάδι κατά της δικτατορίας.
Η κραυγή αγωνίας της έγινε το επίσημο σύνθημα των Δημοκρατικών στον αγώνα κατά των Εθνικιστών του Φράνκο, με την ίδια να οργώνει ταυτοχρόνως τη χώρα από άκρη σε άκρη καλώντας τον κόσμο να αντιδράσει και να προσχωρήσει στην αντίσταση, με λόγους πύρινους που έγιναν θρύλος.Ως υπεύθυνη της επικοινωνίας των δημοκρατικών, έμεινε στη ζωντανή προοδευτική παράδοση ο λόγος της προς τις γυναίκες της Ισπανίας, που τελείωνε με τη φράση:“είναι καλύτερο να είμαστε χήρες ηρώων παρά σύζυγοι δειλών.”
Στην επαύριο του εμφυλίου, η Λα Πασιονάρια ακολούθησε τους δεκάδες χιλιάδες Δημοκρατικούς που εγκατέλειψαν άρον-άρον την Ισπανία του Φράνκο, βρίσκοντας καταφύγιο στη Σοβιετική Ένωση, όπου και θα περάσει -με μικρά διαλείμματα- τα επόμενα 36 χρόνια.Εκεί στο μεγάλο αντιφασιστικό αγώνα και στην πολιορκία του Στάλιγκραντ χάνει και τον τελευταίο της γιο,τον Ρούμπεν, που σκοτώθηκε πολεμώντας στις τάξεις του Κόκκινου στρατού.
Η χρονιά του 1942 ήταν καθοριστική για την ίδια, καθώς τότε πέθανε και ο γενικός γραμματέας του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της ζητήθηκε να αναλάβει τα ηνία.Παρά την προσωπική της τραγωδία, το μαχητικό της πνεύμα δεν κάμφθηκε στο ελάχιστο, τουλάχιστον στη δημόσια έκφανσή του, καταφέρνοντας να κρατήσει το κόμμα ενωμένο.
που θα γινόταν σύνθημα σε όλες τις εποχές και για όλους τους επαναστάτες,τους ασυμβίβαστους κι αγωνιζόμενους για τα δικαιώματα των ταπεινών και καταπιεσμένων όπου γης. “No pasaran”.
Kαι η φωνή που κραύγασε αυτές τις λέξεις ανηκε σε μια γυναίκα, που το όνομά της έγινε θρύλος και συνώνυμο της αντίστασης κατά του φασισμού, της πάλης για την αλλαγή του κόσμου. Ήταν η Πασιονάρια, που καλούσε τις γυναίκες της πατρίδας της να πολεμήσουν τους φασίστες με μαχαίρια και καυτό λάδι, που με λόγους φλογερούς ξεσήκωνε τους Ισπανούς για “να πεθάνουν όρθιοι παρά να ζήσουν γονατιστοί”.
Η Ισιντόρα Ντολόρες Ιμπαρούρι Γκόμεζ, γνωστή ως ΠΑΣΙΟΝΑΡΙΑ, γεννιέται στις 9 Δεκεμβρίου 1895 ως το όγδοο από τα έντεκα παιδιά μιας φτωχής οικογένειας βάσκων ανθρακωρύχων. Το πενιχρό εισόδημα της φαμίλιας που ζούσε στην Γκαγιάρτα άφησε το στίγμα της στην ανάπτυξη των παιδιών, έτσι καχεκτικά καθώς ήταν όλα τους, την ίδια ώρα που οι θεοσεβούμενοι γονείς μεγάλωναν τα παιδιά τους με αυστηρό καθολικό τρόπο.
Υπήρξε άριστη μαθήτρια και λαχταρούσε να γίνει δασκάλα. Όνειρο που έμεινε μόνο όνειρο. Η φτώχεια και η ανάγκη να βοηθήσει την οικογένειά της την έκανε να αφήσει το σχολείο και να γίνει μοδίστρα, μαγείρισσα και ύστερα γυναίκα κι αυτή φτωχού ανθρακωρύχου αλλά και συνδικαλιστή του Julian Ruiz,ο οποίος και θα την εισάγει στα αριστερά ιδεώδη, με έξι παιδιά, από τα οποία της έζησαν από τις κακουχίες μόνο δύο.
“Στην εποχή μου οι γυναίκες ήταν οικιακοί σκλάβοι χωρίς δικαιώματα. Και η λέξη γάμος σήμανε ράψιμο, εγκυμοσύνες και κλάματα. Κλάματα, πολλά κλάματα για την κακή μας μοίρα, για την παντελή έλλειψη δύναμης, για τα αθώα μας παιδιά, στα οποία έπρεπε να προσφέρουμε φροντίδες βουτηγμένες στα δάκρυα. Κλάματα για τη γεμάτη πόνο ζωή μας, μια ζωή χωρίς προοπτικές γεμάτη αδιέξοδα..” , έγραφε η ίδια στην αυτοβιογραφία της. Και αυτά τα αδιέξοδα τα βίωσε η ίδια με το πιο επώδυνο τρόπο.
Όταν ο άνδρας της, δραστήριο μέλος του εργατικού συνδικάτου, φυλακίστηκε για τη δράση του, η Ντολόρες μόνη της πλέον και προσπαθώντας να ζήσει τον εαυτό της και τα παιδιά της γνώρισε την ιδεολογία της τάξης της, μελέτησε τον μαρξισμό,αποκηρύξε τον καθολικισμό και σύντομα εντάχθηκε στο νεοσύστατο Ισπανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο εμφανίστηκε επισήμως το 1921.
Το La Pasionaria (Λουλούδι του Πάθους) ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησε στα πρώτα της άρθρα στην τοπική εφημερίδα ανθρακωρύχων El Minero Vizcaino. Το όνομα αυτό την ακολουθεί έκτοτε.
Στα χρόνια της δικτατορίας του Primo de Rivera (1923-1930) είναι που αποφάσισε να αφιερωθεί ολόψυχα στην επανάσταση.Διαδιακρίθηκε ως αρθρογράφος και ακτιβίστρια. Κατά τη Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία (1931), μετακόμισε στη Μαδρίτη για να εμπιστευτεί τα συντακτικά της ταλέντα στην επίσημη φωνή του κομμουνιστικού κόμματος, γινόμενη σιγά-σιγά ένα από τα πλέον προβεβλημένα στελέχη του.
Η φήμη της την βάζει γρήγορα στο κυβερνητικό στόχαστρο και θα φυλακιστεί αρκετές φορές αυτή την εποχή (1931-1934), την ίδια ώρα που η αφοσίωση, η αυταπάρνηση και ο ακούραστος αγώνας της υπέρ του κομμουνισμού θα τη μετατρέψουν σε αστέρι της αριστερής ιδεολογίας: το 1930 έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και δύο χρόνια αργότερα ανέλαβε ακόμα πιο ενεργό ρόλο, ως υπεύθυνη των γυναικείων ζητημάτων. Από την επόμενη χρονιά μάλιστα θα ήταν η εκπρόσωπος του κόμματος τόσο στη Σοσιαλιστική Διεθνή όσο και στις «κόκκινες» διεργασίες της Μόσχας.
Μιλάει στις γυναίκες,ενώνοντας τη φωνή και τη δράση της κατά της φτώχειας που μάστιζε τον γενικό πληθυσμό.Οι πολιτικές «κόκκινου» ανοίγματος στην κοινωνία που εγκαινίασε αποδείχθηκαν ιδιαιτέρως δημοφιλείς,με νέες συμμαχίες να σκαρώνονται, κάτι που εκτόξευσε τον αντιφασιστικό αγώνα μέσα στην κοινωνία. Κι έτσι στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου 1936, η Ιμπαρούρι ήταν μία από τους 17 κομμουνιστές που εκλέχθηκαν στο ισπανικό Κοινοβούλιο.Είχε εξάλλου εργαστεί πυρετωδώς για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και υγειονομικής περίθαλψης των ισπανών εργατών, κάτι που της το αναγνώρισε ο λαός με την ψήφο του.
Το ξέσπασμα του φονικού εμφυλίου πολέμου έφερε στη Λα Πασιονάρια νέους ρόλους, μετατρέποντάς τη στη σπουδαιότερη φωνή των Δημοκρατικών.Μετά το ιουλιανό πραξικόπημα, η Ντολόρες έγινε η εθνική ραδιοφωνική φωνή της αντίστασης, με το περίφημο «No Ρasaran» της να αντηχεί στα πέρατα της Ισπανίας. Η Ιμπαρούρι καλεί ταυτοχρόνως τις Ισπανίδες να πολεμήσουν με μαχαίρια και καυτό λάδι κατά της δικτατορίας.
Η κραυγή αγωνίας της έγινε το επίσημο σύνθημα των Δημοκρατικών στον αγώνα κατά των Εθνικιστών του Φράνκο, με την ίδια να οργώνει ταυτοχρόνως τη χώρα από άκρη σε άκρη καλώντας τον κόσμο να αντιδράσει και να προσχωρήσει στην αντίσταση, με λόγους πύρινους που έγιναν θρύλος.Ως υπεύθυνη της επικοινωνίας των δημοκρατικών, έμεινε στη ζωντανή προοδευτική παράδοση ο λόγος της προς τις γυναίκες της Ισπανίας, που τελείωνε με τη φράση:“είναι καλύτερο να είμαστε χήρες ηρώων παρά σύζυγοι δειλών.”
Στην επαύριο του εμφυλίου, η Λα Πασιονάρια ακολούθησε τους δεκάδες χιλιάδες Δημοκρατικούς που εγκατέλειψαν άρον-άρον την Ισπανία του Φράνκο, βρίσκοντας καταφύγιο στη Σοβιετική Ένωση, όπου και θα περάσει -με μικρά διαλείμματα- τα επόμενα 36 χρόνια.Εκεί στο μεγάλο αντιφασιστικό αγώνα και στην πολιορκία του Στάλιγκραντ χάνει και τον τελευταίο της γιο,τον Ρούμπεν, που σκοτώθηκε πολεμώντας στις τάξεις του Κόκκινου στρατού.
Η χρονιά του 1942 ήταν καθοριστική για την ίδια, καθώς τότε πέθανε και ο γενικός γραμματέας του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος και της ζητήθηκε να αναλάβει τα ηνία.Παρά την προσωπική της τραγωδία, το μαχητικό της πνεύμα δεν κάμφθηκε στο ελάχιστο, τουλάχιστον στη δημόσια έκφανσή του, καταφέρνοντας να κρατήσει το κόμμα ενωμένο.
Στις δεκαετίες του 1940 και του 1950 κράτησε ψηλά το ηθικό των εξόριστων ισπανών κομμουνιστών, καλώντας πάντα για την ανατροπή του φασιστικού καθεστώτος του στρατηγού Φράνκο. Την περίοδο αυτή τιμήθηκε εκτεταμένα από την ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης για τους έμπρακτους αγώνες της. Στις αρχαιρεσίες του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος στην Πράγα το 1960 της ζητήθηκε να παραιτηθεί. Κράτησε ωστόσο τη θέση του ισόβιου προέδρου του κόμματος, μια θέση που δημιουργήθηκε ειδικά γι’ αυτή ώστε να τιμηθεί η πολυετής προσφορά της στην αριστερή ιδεολογία.
Μετά τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο το 1975,η ασυμβίβαστη αυτή γυναίκα ήθελε απελπισμένα να επιστρέψει στην πατρίδα της. Κι έτσι τον Μάιο του 1975, έναν μήνα μετά τη νομιμοποίηση του κομμουνιστικού κόμματος στη χώρα, η Πασιονάρια κατέφτασε στη Μαδρίτη μέσα σε πανηγυρικό κλίμα: ο λαός την υποδέχτηκε ως εθνική ηρωίδα.
Κι έτσι φυσικότατα κλήθηκε να συμμετάσχει στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου 1977, την πρώτη δημοκρατική αναμέτρηση από το 1936! Η Πασιονάρια μπήκε για άλλη μια φορά στην ισπανική Βουλή, ολοκληρώνοντας έτσι έναν πολιτικό κύκλο που είχε ξεκινήσει ακριβώς εκεί πριν από μισό αιώνα. Το 1984 συνέταξε τον δεύτερο τόμο της αυτοβιογραφίας της.
Η Ντολόρες Ιμπαρούρι έφυγε στις 12 Νοεμβρίου 1989 πλήρης ημερών στα 93 της χρόνια.
Η Ντολόρες Ιμπαρούρι έφυγε στις 12 Νοεμβρίου 1989 πλήρης ημερών στα 93 της χρόνια.
Η θρυλική Πασιονάρια παραμένει μια ζωντανή μορφή αγώνα για τον ισπανικό λαό αλλά και για όλους τους λαούς,που μάχονται για ένα κόσμο ισότητας,δικαιοσύνης,ελευθερίας και ανθρωπιάς.
**********
Ένα πάθος για τη Ντολόρες
Ποιος δεν την κοιτάζει; Είναι από τα σπλάχνα
του λαού της Καντάμπριας και των μεταλλείων
Τόσο θερμή σαν να ένωνε
τη γη και τον ουρανό όλης της Ισπανίας.
του λαού της Καντάμπριας και των μεταλλείων
Τόσο θερμή σαν να ένωνε
τη γη και τον ουρανό όλης της Ισπανίας.
Ποιος δεν την ακούει; Από τις πεδιάδες
ανεβαίνει η φωνή της στις κορυφές
και είναι οι άνθρωποι πιο αδελφωμένοι
και ψηλότερα τα πλήθη
ανεβαίνει η φωνή της στις κορυφές
και είναι οι άνθρωποι πιο αδελφωμένοι
και ψηλότερα τα πλήθη
Ποιος δεν την ακολουθεί; Ποτέ στον άνεμο
δεν έδωσε μια σημαία περισσότερο πάθος
ούτε έκαψε πιο πολύ μια καρδιά
ένα ζευγάρι μιας και μόνης σκέψης
δεν έδωσε μια σημαία περισσότερο πάθος
ούτε έκαψε πιο πολύ μια καρδιά
ένα ζευγάρι μιας και μόνης σκέψης
Ποιος δεν την αγαπάει; Δεν είναι η αδελφή,
η ερωμένη ούτε η συντρόφισσα
η ερωμένη ούτε η συντρόφισσα
Είναι κάτι περισσότερο: είναι η εργατική τάξη,
μητέρα του πρωινού ήλιου.
μητέρα του πρωινού ήλιου.
Από το αίμα και τη φωνή
του λαού μας επέστρεψες
τόσο πιστή όπως όταν έφυγες
στο σφυροδρέπανο.
Πάντα πιστή στο κόκκινο λάβαρο
και στα δημοκρατικά ιδανικά
απέναντι στην προδοτική δικτατορία
που διαιωνίζεται υπό το πρόσχημα ενός λαϊκού βασιλιά
Συντρόφισσα Πασιονάρια,
φωνή των εκμεταλλευόμενων και των καταδιωγμένων
Κυρία της οργής των προλετάριων
πάντα παρούσα, ποτέ δε θα ξεχαστείς
Παρά το χρόνο που πέρασε
μένεις παρούσα στη μνήμη μας
και στην πρόσφατη ιστορία μας
μένει ακόμα πολύς αγώνας, δε χάθηκαν όλα ακόμα
Τίποτα και κανείς δεν ξεχάστηκε
Ντολόρες Ιμπαρούρι, συντρόφισσα και συναγωνίστρια
οργή των προλετάριων και των πολεμιστών
πάντα στο παρόν, παρά το χρόνο που πέρασε
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου