Τετάρτη 19 Ιουνίου 2024

Πολ Ρόμπσον: «Οι λαοί στον σοσιαλισμό είναι ελεύθεροι»


Ο Paul Leroy Robeson , γιός πρώην μαύρου δούλου, γεννήθηκε στις 9 Απρίλη του 1898 στο Νιου Τζέρσι. Σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης ενώ, ταυτόχρονα, διέπρεψε και ως παίχτης στο αμερικανικό ποδόσφαιρο. Σε νεαρή ηλικία αναμείχθηκε στο κίνημα για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των αφρο-αμερικανών.
Το 1934, στο πλαίσιο ταξιδιών του στην Ευρώπη, επισκέπτηκε την Σοβιετική Ένωση όπου έγινε δεκτός με εγκαρδιότητα από τον σοβιετικό λαό. Ευρισκόμενος στη Μόσχα δήλωσε: «Εδώ δεν είμαι ένας νέγρος, αλλά ένα ανθρώπινο πλάσμα… Νιώθω πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια». Υπήρξε συνεπής αγωνιστής ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο, φανατικός πολέμιος της δικτατορίας του Φράνκο στην Ισπανία. Έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εκστρατεία ενάντια στη βία απέναντι στους αφρο-αμερικανούς, εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ και κατήγγειλε δημόσια τον πρόεδρο Τρούμαν για την απροθυμία του να δράσει κατά των φυλετικών διακρίσεων. Το 1952 του αποδόθηκε από την ΕΣΣΔ το Διεθνές Βραβείο Στάλιν. Την ίδια χρονιά, ο Ρόμπσον παραβρέθηκε και μίλησε σε συγκέντρωση στη Νέα Υόρκη ενάντια στην καταδίκη του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του.

Στο αποκορύφωμα της υστερίας του «μακαρθισμού» του αφαιρέθηκε το διαβατήριο, ακυρώθηκαν όλες οι συναυλίες του, ενώ απαγορεύτηκε και η κυκλοφορία των δίσκων του. Όταν του επιτράπηκε να ξαναταξιδέψει έδωσε μαζικές συναυλίες σε όλο τον κόσμο, μαγεύοντας με τη φωνή και το ταλέντο του. Υπήρξε διαπρεπής βαρύτονος αλλά και ηθοποιός στο θέατρο, με παρουσία στο Λονδίνο και το Μπρόντγουέϊ τις δεκαετίες 1930-40.
Για τον Πολ Ρόμπσον έγραψαν ποιήματα δύο κορυφαίοι του είδους: ο Ναζίμ Χικμέτ το 1949 με τίτλο «Δεν μας αφήνουν να τραγουδήσουμε» και ο Πάμπλο Νερούδα το 1973 την «Ωδή στον Πολ Ρόμπσον».
Έπειτα από περιπέτειες με την υγεία του, ο Πολ Ρόμπσον πέθανε στις 23 Γενάρη 1976 σε ηλικία 77 ετών στη Φιλαδέλφεια.